Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΤΟ ΑΓΑΛΜΑ ΤΟΥ ΜΕΜΝΩΝΑ …


Ήταν γιος της Ηούς και ΔΕΝ ΠΕΘΑΝΕ ΣΤΗΝ ΤΡΟΙΑ , αλλά πέθανε στην Αιθιοπία, αφού βασίλευε σε πέντε γενεές Αιθιόπων.” Ένα απόσπασμα από το έργο του Φλάβιου Φιλόστρατου “Βίος Απολλώνιου Τυανέως”…

Μας ξαφνιάζει ο Φιλόστρατος από τις πρώτες κιόλας σελίδες του έργου του. Και όχι με την αναφορά στην μακρόχρονη βασιλεία του Μέμνωνα. Αν και αυτό, ως γεγονός θα’πρεπε να προκαλέσει τουλάχιστον δυσπιστία. Την δική μου προσοχή όμως τράβηξε άλλη φράση του…ΔΕΝ ΠΕΘΑΝΕ ΣΤΗΝ ΤΡΟΙΑ !

Γνώριζα πως ήταν γιος της θεάς της αυγής, της ροδοδάχτυλης Ηούς και πως βασίλευε στην Αιθιοπία…

Αυτά μου είναι γνωστά από τον Όμηρο…

Ο Όμηρος όμως στα αθάνατα επικά του ποιήματα τραγουδούσε και την θλιβερή μοίρα πολλών ένδοξων πολεμιστών και το μελαγχολικό κλάμα της κιθάρας του συνόδευε νωχελικά τα λόγια του θρήνου.

Τραγουδούσε τον πόλεμο! Τον πιο ξακουστό πόλεμο στην ιστορία της ανθρωπότητας! Και όπως σε κάθε πόλεμο οι σκηνές των μαχών, όπου η φωνή του αοιδού ηχούσε δυνατά και με ένταση , με τις χορδές της κιθάρας να πάλλονται ρυθμικά , ακολουθώντας τον γοργό ρυθμό του ποιητή φτάνοντας στην αποκορύφωση , ξαφνικά διαδέχονταν τις σκηνές του θρήνου και της απόγνωσης , όταν κάποιος από τους ήρωες έπεφτε νεκρός από χέρι του αντιπάλου…

Χανόταν τότε όλη η ένταση της φωνής…Λες και ο ίδιος ο ποιητής εκείνη την ώρα έπεφτε αιμορραγώντας στην γη, πληγωμένος από έναν αόρατο εχθρό. Με το βλέμμα , γεμάτο θλίψη , παρατηρούσε τότε ο αοιδός, πως αναβλύζουν τα δάκρυα στα μάτια των ανθρώπων , ακόμα και των πιο σκληρών ανδρών ,που με κομμένη την ανάσα άκουγαν λίγο πριν τις κλαγγές των όπλων , φαντάζοντας ο καθένας με τον δικό του τρόπο, τις σκηνές των μαχών και τις μορφές των θρυλικών ηρώων.

Έτσι, κι εμείς, οι απόγονοι εκείνων των ανδρών, χιλιάδες χρόνια μετά την εποχή του Ομήρου και του Τρωικού πολέμου, αντιδρούμε με τον ίδιον ακριβώς τρόπο, διαβάζοντας τα θεϊκά εκείνα έπη.

Τον θάνατο , μας παραγγέλνουν στα έργα τους οι ιδιαίτεροι εκείνοι άνθρωποι, να μην τον φοβόμαστε ! Πόσοι από μας, όμως είναι σε θέση να δηλώσουν απερίφραστα, πως μπορούν να τον δουν κατάματα; Πόσοι μπορούν να αντέξουν τον χαμό των δικών τους ανθρώπων δίχως πόνο και δάκρυα;

Θάνατε , δεν σε φοβάμαι ! Και όταν θα νιώσω την παγωμένη ανάσα σου να μου παραλύει το σώμα , θα κάνω την ύστατη προσπάθεια να σηκώσω τα βλέφαρα και να δω την όψη σου. Αναρωτιέμαι, τι θα αντικρίσω ; Ένα παγερό και άσπλαχνο βλέμμα ή ένα αβυσσαλέο κενό εκεί που θα’πρεπε να είναι τα μάτια σου ;

Είναι η μοίρα των ανθρώπων να θνήσκουν…Ακόμα και των πιο δυνατών , των πιο ωραίων, των πιο έξυπνων, των πιο ενάρετων.

Πόσο πόνο προκαλείς , ω Θάνατε ! Σε μίσησαν ακόμα και οι θεοί !

Τι συναισθήματα, θαρρείς, πως κυριεύουν την Θέτιδα , που γνωρίζει πως θα της πάρεις τον μονάκριβο γιο της πάνω στον άνθος της νιότης του ; Τι να αισθάνεται και η Ηώς, η άλλη τρυφερή μάνα, βλέποντας το δικό της τέκνο , όμορφο, νέο και δυνατό να πέφτει νεκρό από το χέρι του πιο ικανού αντιπάλου;

Ο γιος της Ηούς φτάνει στην Τροία την δύσκολη στιγμή , όταν ήδη ο Έκτορας είχε πέσει από το χέρι του Αχιλλέα και άφησε ένα μεγάλο κενό στην παράταξη των Τρώων και είχαν σκοτωθεί οι σημαντικότεροι από τους συμμάχους τους, όπως ο Πάνδαρος, ο Ρήσος , ο Σαρπηδόνας και η αμαζόνα Πενθεσίλεια. Είχε συγγενικές σχέσεις με τον Πρίαμο, διότι ο πατέρας του ήταν ο Τιθωνός, αδερφός του Πριάμου και της Ησιόνης.

Βασιλιάς των Αιθιόπων , όμορφος και αντρειωμένος, σύμφωνα με τον Όμηρο , είχε φτάσει με το στρατό του να βοηθήσει τον θείο του την ώρα της μεγάλης ανάγκης.

Με το ερχομό του Μέμνωνα οι Τρώες παίρνουν ξανά κουράγιο . Όμως η τύχη της Τροίας είχε πλέον αποφασιστεί. Η πολεμική δράση του Μέμνωνα , πολύ σύντομη άλλωστε , δεν κάνει άλλο από το να επιβραδύνει το μοιραίο τέλος.

Η πολεμική αναμέτρηση του Αχιλλέα και του Μέμνωνα ήταν αναπόφευκτη.

Νομίζω, πως δεν υπάρχει Έλληνας, που να μην γνωρίζει το όνομα του Άριστου των Αχαιών, του δοξασμένου Έλληνα βασιλιά των Μυρμιδόνων. Γιος της Νηρηίδας Θέτιδας, έμελλε να ξεπεράσει στην δύναμη τον πατέρα του. Ο Δίας , αλλά και ο Ποσειδώνας, μαθαίνοντάς το, δεν αποκτούν τέκνα με την όμορφη κόρη του Νηρέα και της Ωκεανίδας Δωρίδος, η οποία τελικά γίνεται γυναίκα του εγγονού του Δία, Πηλέα, που ήταν γιος της Ενδηΐδας και του γιου του Διός, Αιακού.

Ο Αχιλλέας γνωρίζει από την μάνα του, πως άμα έρθει αντιμέτωπος με τον Μέμνωνα και τον σκοτώσει, θα πέσει σύντομα κι εκείνος νεκρός . Η στοργική μάνα αποσπά υπόσχεση από τον μονάκριβο παιδί της, πως εκείνος δεν θα επιδιώκει την αναμέτρηση και θα βρίσκεται μακριά από τον Μέμνωνα.

Δεν θα καταφέρει όμως να κρατήσει την οργή του, βλέποντας τον Αντίλοχο να πέφτει από το χέρι του Μέμνωνα. Γιος του Νέστορα και ένας από τους αγαπημένους φίλους του Αχιλλέα μετά τον Πάτροκλο, πέφτει νεκρός, ενώ σπεύδει να βοηθήσει τον γέροντα πατέρα του, το άλογο του οποίου σκότωσε με το βέλος του ο δειλός άνανδρος Πάρις. Ο Αντίλοχος προσπάθησε να κόψει τα λουριά , που έδεναν το νεκρό άλογο με το άρμα , όταν είδε τον Μέμνωνα να έρχεται καταπάνω του με το υψωμένο κοντάρι του. Μπήκε μπροστά στον πατέρα του για να τον προστατέψει και να αντιμετωπίσει τον αντίπαλο, που ολοφάνερα ήταν πιο δυνατός και έμπειρος από τον ίδιο. Έπεσε νεκρός από το όπλο του Αιθίοπα ήρωα και γύρω από το σώμα του άναψε άγρια μάχη.

Ο Αχιλλέας ορμάει ασυγκράτητος στην μάχη και κατορθώνει να αποσπάσει το σώμα του φίλου από τους Τρώες. Από εκείνη την στιγμή επιδιώκει να έρθει αντιμέτωπος με τον εχθρό του και να μονομαχήσει μαζί του.

Και οι δύο έχουν μητέρες θεές . Τις πανοπλίες και των δύο είχε φιλοτεχνήσει ο Ήφαιστος. Και οι δύο θα βρουν τον τραγικό θάνατο στην πεδιάδα της Τρωάδας….Ποιος θα πέσει πρώτος;

Άδικα προσπέφτουν οι δύο μητέρες στα πόδια του Δία, παρακαλώντας τον για την ζωή των παιδιών τους.

Εκείνος προστάζει στον Ερμή τον Ψυχοπομπό να βάλει στην ζυγαριά τις μοίρες των δύο ηρώων .Όταν ο Ερμής την σηκώνει , η ζυγαριά γέρνει από την μεριά του Μέμνωνα.

Η Ηώς πρώτη θα κλάψει τον γιο της με μαύρο δάκρυ. Έτσι όρισαν οι αμείλικτες Μοίρες!

Δεύτερη πήρε σύζυγο τη λαμπερή τη Θέμιδα που γέννησε τις Μοίρες
που ο συνετός ο Δίας τούς έδωσε τη μέγιστη τιμή,
 τη Λάχεση, την Άτροπο και την Κλωθώ , που στους ανθρώπους δίνουν τους θνητούς και το καλό και το κακό να έχουν
.” Μας ενημερώνει ο Ησίοδος στην “Θεογονία” του.

Οι Μοίρες είναι κόρες του Δία και τις Θέμιδος. Ο Δίας είναι αυτός, που τους είχε παραχωρήσει πλείστην τιμήν. Στον Ησίοδο είναι τρεις και τα ονόματά τους είναι εύγλωττα : η Κλωθώ γνέθει το νήμα της ζωής του κάθε ανθρώπου. Η Λάχεση μοιράζει τους κλήρους , καθορίζει τι θα πάρει ο καθένας , τι θα του “λάχει”. Η αδυσώπητη Άτροπος , όταν έρθει η ώρα του καθενός , κόβει το νήμα της ζωής .

Υπάρχει όμως και η παράδοση, που την ακολουθούν οι μεταγενέστεροι ποιητές, ότι οι Μοίρες γεννήθηκαν από την Νύχτα.

Ο Πίνδαρος προσθέτει στις Μοίρες την Τύχη, που θεωρεί ότι μεγαλύτερο κύρος από τις άλλες αδελφές.

Στους Δελφούς λατρεύονταν μόνο δύο Μοίρες , μία της γέννησης και μία του θανάτου.

Ο Όμηρος , αλλά και άλλοι συγγραφείς μιλούν συχνά για την Μοίρα στον ενικό.

Μοίρα σημάνει μερίδιο σε σχέση με το ολόκληρο. Την ίδια σημασία έχει και Αίσα στον Όμηρο.

Η εικόνα του Δία, που κρατά την “χρυσή ζυγαριά” φανερώνει την αμεροληψία του. Είναι όντως παντοδύναμος ο άρχοντας του Ολύμπου , που μπορεί να επέμβει και να αλλάξει της αποφάσεις της Μοίρας ή μήπως η Μοίρα είναι πάνω από θεούς και τον ίδιο τον Δία;

Στον τρωικό πόλεμο συμμετείχε και ο Σαρπηδόνας , γιος του ίδιου του Δία από την Λαοδάμεια . Υπήρξε πρίγκιπας της Λυκίας, ο οποίος συγκαταλέγεται στους βασικούς υπερασπιστές της Τροίας και στους πρωταγωνιστές του Τρωικού Πολέμου.

Ο Δίας, βλέποντας τον γιο του να μονομαχεί με τον Πάτροκλο και γνωρίζοντας την επικείμενη μοίρα ,ότι θάνατος του γιου του παραμονεύει, σκέφτεται να σώσει τον Σαρπηδόνα αποτραβώντας τον από τη μάχη. Η Ήρα όμως του θυμίζει, πως τον Σαρπηδόνα τον έχει από καιρό τώρα η Μοίρα αποφασίσει να πέσει στην μάχη και τον προειδοποιεί ότι οι υπόλοιποι Ολύμπιοι θεοί δεν θα έβλεπαν με καλό μάτι τέτοιου είδους θεϊκή παρέμβαση, καθώς πολλοί από εκείνους είχαν δικά τους παιδιά στον πόλεμο. Του επισήμανε πως η επιθυμία του θα διασάλευε την κοσμική νομοτέλεια. Ο Ζευς αναγκάστηκε να υπακούσει στην Μοίρα. Κάτι που του προξένησε «βαρύαν οδύνην»…Και μετά το τέλος της μάχης φροντίζει για τον νεκρό του γιο. Στέλνει τον Απόλλωνα να περιποιηθεί το σώμα του νεκρού και να καλέσει τους φτερωτούς αδελφούς Ύπνο και Θάνατο να τον μεταφέρουν στη Λυκία.

  Στην κύλικα του Βρετανικού Μουσείου (510 π.Χ.), που υπογράφει ο αγγειοπλάστης Παμφαίος και που πιθανόν ζωγραφίστηκε από τον ζωγράφο του Νικοσθένους, απεικονίζεται νεκρός πολεμιστής, του οποίου το σώμα μεταφέρουν οι φτερωτοί θεοί, τα δίδυμα αδέλφια, ο Ύπνος και ο Θάνατος. Γυμνό το σώμα του νεκρού Σαρπηδόνος με διαγραφόμενα τα εντόσθια και τα γεννητικά όργανα, μεταφέρεται τρυφερά από τον Ύπνο και τον Θάνατο.

Άλλη μία παρόμοια απεικόνιση : Η μικροσκοπική ψυχή του νεκρού Σαρπηδόνα πετάει πάνω από το
σώμα του που μεταφέρουν ο Ύπνος και ο Θάνατος.


Μελανόμορφος αμφορέας (5ος αι. π.Χ.) από την Ιταλία, του ζωγράφου Διόσφου. Παρίσι, Μουσείο Λούβρου.

Αρχικά στους μύθους οι Μοίρες ή η Αίσα δεν φαίνεται να αποτελούν προσωποποιημένες θεότητες ή δυνάμεις . Στην “Οδύσσεια” ο Όμηρος λέει πως ο Δίας ξέρει την μοίραν και την αμμορίην των ανθρώπων . Για τον Δία δεν είναι αδύνατον να υπερβεί τα όριά του. Ως συνετός άρχοντας των θεών και ανθρώπων δεν το κάνει όμως. Δεν διασάλευε την κοσμική νομοτέλεια.

Με τα χρόνια οι Μοίρες αποκτούν μια θεϊκή υπόσταση. Είναι πλέον προσωποποιημένες θεότητες. Λέει ο Όμηρος χαρακτηριστικά , πως τις ζωές τις ορίζουν από κοινού ο “μέγας θεός” και η “κραταιή μοίρα“. (Τ410).

Έτσι ο Δίας δεν επεμβαίνει στις τύχες των πολεμιστών και οι ικεσίες και τα παρακάλια της δύστυχης Ηούς δεν καταφέρνουν να σώσουν τον γιο της. Πέφτει νεκρός ο Μέμνωνας και σπεύδει η μάνα να πιάσει το παιδί της πριν ακόμα πέσει στη γη. Τον μεταφέρει μακριά από την μάχη , μοιρολογώντας απαρηγόρητη και έπειτα φωνάζει τους αδερφούς της, τον Θάνατο και τον Ύπνο να τον μεταφέρουν στην μακρινή πατρίδα του για την ταφή.

Για την προσωπικότητα του Μέμνωνα υπάρχουν πολλές παραλλαγές. Η παρουσία του στην Τροία αιτιολογείται από την καταγωγή του πατέρα του.

Σύμφωνα με τον Διόδωρο τον Σικελιώτη (2.22) ο Μέμνωνας υπήρξε αρχηγός στρατού δέκα χιλιάδων Αιθίοπων, δέκα χιλιάδων πολεμιστών από τα Σούσα . Αναφέρονται επίσης και διακόσια πολεμικά άρματα. Τα στρατεύματα αυτά ανήκαν στον βασιλιά της Ασσυρίας, Τεύταμο από τον οποίον ο Πρίαμος είχε ζητήσει με πρέσβεις βοήθεια.

Ο Παυσανίας περιγράφοντας το έργο του Πολύγνωτου στους Δελφούς γράφει για την καταγωγή του Μέμνωνα : “Επειδή ο Μέμνωνας ήταν βασιλιάς των Αιθιόπων , απεικονίζεται κοντά του ένα γυμνό παιδί από την Αιθιοπία. Στο Ίλιον πάντως, δεν ήρθε από την Αιθιοπία , αλλά από τα Σούσα της Περσίας και τον ποταμό Χοάσπι , αφού καθυπόταξε όλους τους λαούς , που κατοικούσαν εκεί, στο πέρασμά του. Οι Φρύγες δείχνουν την πορεία, από την οποία έφερε τον στρατό , ακολουθώντας πάντα τον συντομότερο δρόμο κατά μήκος της πορείας είχαν βάλει τόπους για στάθμευση.” (Παυσανίας 10.31.7)

Ο Στράβωνας (15.3.2) ονομάζει την μητέρα του Κισσία , που σημαίνει από την περιοχή των Σούσων. Πράγματι, τον 5ο αιώνα της ελληνικής αρχαιότητας επικρατούσε η γνώμη, ότι η πατρίδα του Μέμνωνα ήταν τα Σούσα. Ο Ηρόδοτος (5.53 και 7.151) ονομάζει την πόλη Μεμνόνιον άστυ . Και ότι υπό την επίβλεψή του κατασκευάστηκαν μεγάλουι δρόμοι , που ονομάστηκαν Μεμνόνεια . Σύμφωνα και πάλι με τον Στράβωνα , που αντλεί πληροφορίες από τις παλιές πηγές, τα Σούσα ήταν χτίσμα του Τιθωνού, (του πατέρα του Μέμνωνα). Οι Αιθίοπες όμως δεν συμφωνούσαν με την παράδοση αυτή και τον θεωρούσαν δικό τους βασιλιά. Έλεγαν κιόλας πως σκοτώθηκε από ενέδρα Θεσσαλών και αφού τον έκαψαν , παρέδωσαν την στάχτη του στον πατέρα του, τον Τιθωνό.

Μια άλλη παράδοση θέλει ο Πρίαμος να έχει θάψει τον Μέμνωνα στις εκβολές του ποταμού Αισήπου στην Προποντίδα, κοντά στην Κύζικο και πως, μόλις έκαψαν το σώμα του , η Ηώς παρακάλεσε τον Δία να αναστηθούν από την στάχτη του γιου της πουλιά, οι Μεμνωνίδες. Τα πουλιά έφταναν κάθε χρόνο στον τύμβο , σκούπιζαν την περιοχή , απομακρύνοντας τα ξερά φύλλα , μούσκευαν έπειτα τα φτερά τους με τα νερά του ποταμού για να ράνουν τον τάφο και μετά θρηνούσαν τον νεκρό.

Η παράδοση με Μεμνωνίδες ήταν ήδη γνωστή στον Πολύγνωτο, τον περίφημο Θάσιο ζωγράφο του 5ου αιώνα. Στην λέσχη των Κνιδίων , στους Δελφούς, ο ήρωας απεικονίζεται να φοράει χλαμύδα με κεντημένα πουλιά πάνω της. (Παυσανίας 10.31.6)

Για τις Μεμνωνίδες λένε, πως ήταν οι πιστοί σύντροφοί του , που τον θρηνούσαν αδιάκοπα , ώσπου η Ηώς τους λυπήθηκε και τους μεταμόρφωσε σε πουλιά.

Επίσης, τον τάφο του Μέμνωνα τοποθετούσαν και στον ποταμό Ορόντη της Συρίας.

Στα χρόνια των Πτολεμαίων πατρίδα του Μέμνωνα θεωρήθηκε η Αίγυπτος. Των Αιγυπτιακών Θηβών το δυτικό μέρος ονομαζόταν Μεμνώνια. Εκεί , τους ναούς των παλιών Φαραώ τους θεωρούσαν πως ήταν του Μέμνωνα. Στην Άβυδο έδειχναν και το παλάτι του. Πίστευαν ακόμα πως ένας από τους είκοσι μέτρα ψηλούς κολοσσούς του Αμένοφη του Γ’ στις Θήβες , ήταν το άγαλμά του. Στραμμένο προς την Ανατολή , κάθε πρωί ρόδιζε , έβγαζε έναν ήχο σαν να έσπαγε η χορδή μιας κιθάρας , για να χαιρετίσει, θα’λεγε κανείς, την μητέρα του. (Παυσανίας 1.42.3)

Για την πάχνη που απλώνεται την αυγή στην γη, λέγεται πως είναι τα δάκρυα που χύνει κάθε βράδυ η Ηώς για τον γιο της.” (Οβίδιος “Μεταμορφώσεις”, 13/621).

Ο Φιλόστρατος στο έργο του λέει το εξής :

Αυτοί, (οι Αιθίοπες) ,επειδή υπήρξε ο πιο μακρόβιος από όλους τους ανθρώπους , θρηνούν τον Μέμνωνα ως πολύ νέο και τον κλαίνε , όπως κάποιον που πέθανε πρόωρα…
Η τοποθεσία , όπου έχει ιδρυθεί το τέμενος , λένε ότι μοιάζει με αρχαία αγορά , όπως είναι οι αγορές πόλεων, που κάποτε κατοικήθηκαν και τώρα δεν απομένουν εκεί παρά μόνον θραύσματα στηλών, ίχνη τειχών, καθίσματα , παραστάδες θυρών και αγάλματα Ερμών…
Το άγαλμά του είναι στραμμένο προς τη κατεύθυνση του ήλιου και τον παριστάνει , χωρίς ακόμη να έχει βγάλει γένεια , είναι κατασκευασμένο από μαύρη πέτρα …Τα δύο του πόδια είναι τοποθετημένα σύμφωνα με την αγαλματοποιία της εποχής του Δαιδάλου…και τα χέρια του τα στηρίζει στο κάθισμα , διότι είναι καθισμένος, βέβαια, αλλά έτοιμος να σηκωθεί ξαφνικά.
Η στάση αυτή , η έκφραση των ματιών και όσα διηγούνται για το στόμα του …΄τι δηλαδή είναι έτοιμο να μιλήσει …
Όλα αυτά , κατά τις άλλες ώρες της ημέρας δεν φαίνονται καθόλου ενεργά …Όταν όμως πέσει πάνω του η ακτίνα , και αυτό γίνεται κατά την ανατολή του ήλιου , τότε εμφανίζεται το θαύμα !
Διότι, λένε ότι αρχίζει να μιλάει αμέσως , μόλις η ακτίνα έλθει στο στόμα αυτού !
Ότι φαίνονται τα μάτια του να κοιτούν χαρούμενα προς το φως , όπως των ανθρώπων , που τους αρέσει να βγαίνουν στον ήλιο και να λιάζονται .
Τότε λένε ότι συνειδητοποιούν πως μοιάζει με κάποιον , που σηκώνεται και προσκυνά τον Ήλιο , όπως ακριβώς εκείνοι που λατρεύουν όρθιοι τις επουράνιες δυνάμεις.

Αφού, λοιπόν, θυσίασαν στον Ήλιο τον Αιθίοπα και τον Μέμνωνα τον Ηώο , διότι με αυτά τα επίθετα τους προσφωνούσαν οι ιερείς , τον έναν λόγω της ιδιότητάς του να καίει και να θερμαίνει και τον άλλον λόγω του μητρικού του ονόματος , κατευθύνθηκαν προς τον τόπο κατοικίας των Γυμνοσοφιστών…”
ΦΙΛΌΣΤΡΑΤΟΣ “ΒΙΟΣ ΑΠΟΛΛΩΝΙΟΥ ΤΥΑΝΕΩΣ”.

Είναι συγκλονιστική η σχέση μάνας – γιου! Αδύνατον να συμβιβαστούν με την ιδέα του θανάτου! Της αιώνιας ακινησίας και απραξίας…Της αιώνιας σιωπής …

Κλαίει απαρηγόρητη η υπέροχη Ηώς κάθε βράδυ . Της λείπει η ζεστή αγκαλιά του γιου της.

Και κάθε πρωί, όταν χαρίζει το πρώτο δειλό φως στους ανθρώπους , βλέπει το παιδί της, έτοιμο να την υποδεχτεί και να την χαιρετήσει με ένα τραγούδι. Ένα τραγούδι ιδιαίτερο…Σπαρακτικό !

ΜΑΙΑ ΤΣΕΠΟΥΛΙΔΟΥ